Μεταξύ άλλων στο άρθρο 56 του νόμου 4487/2017 προβλέπεται ότι η αξιόλογη καθυστέρηση καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών του εργαζομένου από τον εργοδότη, ανεξαρτήτως της αιτίας της καθυστέρησης, θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας.
Συγκεκριμένα με τις διατάξεις του άρθρου 56 προστίθεται εδάφιο στο άρθρο 7 του νόμου 2112/1920.
Το άρθρο 7 του νόμου 2112/1920 “Περί υποχρεωτικής καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας ιδιωτικών υπαλλήλων” διαμορφώνεται ως εξής :
“‘Aρθρο 7. – Κείμενο νόμου
Πάσα μονομερής μεταβολή των όρων της υπαλληλικής συμβάσεως, βλάπτουσα τον υπάλληλον, θεωρείται ως καταγγελία τούτης, δι’ ην ισχύουσιν αι διατάξεις του παρόντος νόμου.
Ώς μία τοιαύτη θεωρείται έν πάση περιπτώσει η μετάθεσις του υπαλλήλου είς γραφείον λειτουργούν έν τη αλλοδαπή έφ’ όσον δεν αποδέχεται την μετάθεσιν ο μετατιθέμενος υπάλληλος.
Ώς μία τοιαύτη θεωρείται έν πάση περιπτώσει η μετάθεσις του υπαλλήλου είς γραφείον λειτουργούν έν τη αλλοδαπή έφ’ όσον δεν αποδέχεται την μετάθεσιν ο μετατιθέμενος υπάλληλος.
Επίσης θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας η αξιόλογη καθυστέρηση καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών του εργαζομένου από τον εργοδότη, ανεξαρτήτως της αιτίας της καθυστέρησης”
Υπενθυμίζεται ότι ο άρειος Πάγος με την απόφαση του (ΑΠ 677/2017) είχε κρίνει ότι η μη καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών του μισθωτού, έστω και μακροχρόνια, δεν αρκεί να θεμελιώσει την έννοια της βλαπτικής μεταβολής των όρων της σύμβασης εργασίας του, αν δεν συνδέεται και με την πρόθεση του εργοδότη να εξαναγκάσει αυτόν σε παραίτηση προκειμένου να αποφύγει την καταβολή σ’ αυτόν της αποζημίωσης απόλυσης.
Πηγή: Taxheaven