Οδήγηση με ληγμένη άδεια ικανότητας

Η διαδικασία ανανέωσης αδειών οδήγησης καθορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 95 παρ. 1 του νόμου 2696/99, όπως αυτές ίσχυαν κατά το χρόνο του ατυχήματος.

Η ανανέωση της άδειας οδήγησης μπορεί να γίνει οποτεδήποτε όχι όμως προ του διμήνου, το οποίο προηγείται της ημερομηνίας λήξης (άρθρ.95 παρ. ΚΟΚ), υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος πληροί τις ελάχιστες απαιτούμενες προϋποθέσεις υγείας.

Εξαίρεση Ασφαλιστικής Κάλυψης

Οδήγηση με άδεια ικανότητας που έχει λήξει

Παρεμπίπτουσα Αγωγή Ασφαλιστικής εταιρίας Απορριπτέα (1)

Ο συμβατικός όρος μεταξύ ασφαλισμένου και ασφαλιστή περί της εξαίρεσης ασφαλιστικής κάλυψης του οδηγού σε περίπτωση οδήγησης χωρίς την προβλεπόμενη άδεια (παρ. 6 του άρθρου 25 της ΥΑ ΚΑ/585/1978), πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με τους κανόνες της καλής πίστης και των χρηστών ηθών (ΑΚ 173 και 200 ΑΚ). Από την επισκόπηση του ως άνω συμβατικού όρου προκύπτει, ότι οι συμβαλλόμενοι απέβλεψαν κυρίως στο γεγονός της ικανότητας οδηγήσεως και όχι στην τυπική ανανέωση της αδείας ικανότητος οδηγού.

Εν προκειμένω το Εφετείο δέχθηκε ότι ο οδηγός (εκκαλών) κατείχε άδεια οδηγού Α,Β,Γ,Δ κατηγορίας, από το έτος 1973, ήτοι επί τριάντα τέσσερα (34) έτη προ του ατυχήματος, όλως δε τυπικώς δεν προέβη στην ανανέωση της τελευταίας αδείας, η οποία ίσχυε από την 18-12-2000 έως την 18-12-2005, προέβη δε στην ανανέωση αυτής την 31-01-2007. Επομένως πρέπει να θεωρηθεί ότι, ικανός ων προς το οδηγείν, το όχημά του κατά τον κρίσιμο χρόνο του ατυχήματος (25-01-2007) εκαλύπτετο ασφαλιστικώς από την εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία ως προς την έναντι τρίτων αστική ευθύνη.

Με την κρίση του αυτή το Εφετείο δεν παραβίασε ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου, όπως δεν παραβίασε και κάποια άλλη ουσιαστική διάταξη νόμου, ειδικότερα δε αυτές των άρθρων 94 και 95 ΚΟΚ. Συνεπώς,απορριπτέος ο σχετικός ο εκ του αριθμ. 1 και 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ., λόγος αναίρεσης.

Παρεμπίπτουσα αγωγή ασφαλισμένου κατά της ασφαλιστικής του εταιρείας

Τοκοφορία από την καταβολή της αποζημίωσης στον κυρίως

ενάγοντα και όχι από την επίδοση της κύριας αγωγής

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 346 Α.Κ., όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 2 του ν. 4055/2012, ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή για το ληξιπρόθεσμο χρέος. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, αν η αγωγή επιδοθεί πριν καταστεί η οφειλή ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, οφείλονται τόκοι από τη στιγμή που η οφειλή καθίσταται απαιτητή.

Στην περίπτωση της ένωσης παρεμπίπτουσας αγωγής στην προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή, εφόσον αυτή εξαρτάται από την ήττα του προσεπικαλούντος στην κύρια δίκη, η καταδίκη του εξ αναγωγής εναχθέντος γίνεται υπό τον όρο της προηγούμενης καταβολής του ποσού της αποζημίωσης στον ενάγοντα της κύριας αγωγής, από το χρονικό σημείο της οποίας καθίσταται ληξιπρόθεσμη και απαιτητή η απαίτηση του παρεμπιπτόντως ενάγοντος και αρχίζει η τοκοφορία αυτής.

Σχόλια – Παρατηρήσεις

1.Εξαίρεση Ασφαλιστικής Κάλυψης – Οδήγηση με άδεια ικανότητας που έχει λήξει

Παρεμπίπτουσα Αγωγή Ασφαλιστικής εταιρίας Απορριπτέα

ΣΣ Και στο παρελθόν έχουμε επισημάνει ότι η ουσία του θέματος βασίζεται στο ερώτημα: Εν προκειμένω τί υπαγορεύουν oι κανόνες της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών; Nα φορτωθεί το ατύχημα στις πλάτες του ασφαλισμένου με επίκληση τυπικών και μη ουσιαστικών ως προς την ικανότητα οδήγησης παραβάσεων;

Δηλαδή αποδεχόμαστε την στρεβλή κατάσταση, ο ασφαλιστής αν και γνωρίζει (ή οφείλει να ερευνήσει και να γνωρίζει) περί της λήξης της άδειας ικανότητας, συνεχίζει να δέχεται την είσπραξη του ασφαλίσματος, και όταν επέλθει η ασφαλιστική περίπτωση (ατύχημα) ενεργεί όπως η παροιμιώδης έκφραση του Ελληνικού Κινηματογράφου «Στρίβειν δια του αρραβώνος». Πώς αντέχει αυτή η συμπεριφορά στην έννοια του Δικαίου;

Βλέπε σχετική νομολογία κατωτέρω:

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΤΑΙ η αναγωγή του ασφαλιστού καθ- όσον 1) ΑΠΕΔΕΙΧΘΗ ύπαρξη επαγγελματικής αδείας – που ΔΕΝ είχε ΑΝΑΝΕΩΘΕΙ, όμως η ΑΝΑΝΕΩΣΗ είναι ΑΣΧΕΤΗ με την Ικανότητα Οδηγήσεως, αποσκοπεί δε στην περιοδική πληρωμή και κατάθεση ειδικών προς τούτο παραβόλων και γίνεται μόνο για αυτόν τον σκοπό. Μον.Πρ.Αθ. 2406/2000 ΣΕΣυγκΔ 2000/598

Αμφισβήτηση υπάρχουσας ασφαλιστικής κάλυψης, ελλείψει δήθεν Αδειας Ικανότητας Οδηγού. Ομως η Ασφαλιστική Σύμβαση καταρτίζεται με τη συμπλήρωση σχετικού εντύπου του ασφαλιστή, όπου δηλώνεται προεχόντως η υπάρχουσα άδεια ικανότητας – συνεπώς η αμφισβήτηση είναι απαράδεκτη. Εφ.Θεσ. 1751/1999 ΣΕΣυγκΔ 2001/66

Απορρίπτεται η παρεμπίπτουσα αγωγή της ασφαλιστικής εταιρίας κατά του οδηγού και του ασφαλισμένου της, για έλλειψη αδείας ικανότητος οδηγήσεως δίκυκλης μοτοσικλέτας, γιατί ο υπαίτιος οδηγός είχε ικανότητα οδηγήσεως μοτοποδηλάτου και διαπιστώθηκε ότι αυτός ήτο ικανός οδηγήσεως μοτοσικλέτας , εφόσον κατ’ εφαρμογή των άρθρων 173 και 200 Α.Κ.τα συμβαλλόμενα μέρη, ασφαλιστής – ασφαλισμένος, αποβλέπουν στην

ασφαλιστικώς διαπιστωθείσα ικανότητα οδηγήσεως και ο παρεμπιπτόντως εναγόμενος, υπαίτιος οδηγός, κατείχε κατά το χρόνο του ενδίκου ατυχήματος την κατά νόμο και κατά περίπτωση άδεια οδηγήσεως μοτοσικλετών. Εφ.Αθ. 2020/2005 ΣΕΣυγκΔ 2005/245.

Άδεια οδηγού Β κατηγορίας αντί Γ – ΑΣΧΕΤΟΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗΝ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΟΥ, η Οδήγηση με άδεια Β- αντί Γ-, αφού ο Ασφαλιστής κατά την σύναψη της Ασφ/κης ταύτης συμβάσεως (βάσει της ΠΡΟΤΑΣΕΩΣ του Ησφαλισμένου στο ΕΝΤΥΠΟ της οποίας εγράφησαν (πάντοτε γράφονται) τα στοιχεία του Ησφαλισμένου μεταξύ των οποίων και τα στοιχεία του ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΣ (Αδείας ικανότητος Οδηγού που είχε Β- και όχι Γ), ΕΓΝΩΡΙΖΕ ότι ο Ησφαλισμένος δεν είχε ΑΔΕΙΑ Οδηγού Γ κατηγορίας. Εφ.Αθ. 2007/2000 ΣΕΣυγκΔ 2000/578

Ο συμβατικός όρος εξαίρεσης της ασφαλιστικής κάλυψης, λόγω της ασάφειάς του, αναφορικά προς το πότε ο οδηγός θεωρείται ότι δεν έχει την κατά νόμο άδεια οδηγήσεως, ερμηνευόμενος κατά τα άρθρα 173 και 200 του ΑΚ, όπως απαιτεί η καλή πίστη, και τα συναλλακτικά ήθη, δεν καταλαμβάνει και τη ζημία την οποία προκαλεί οδηγός, ο οποίος είναι κάτοχος αδείας οδηγήσεως αυτοκινήτου που έχει εκδοθεί από ξένο κράτος. Και αυτό διότι τα συμβαλλόμενα μέρη απέβλεψαν κυρίως στο γεγονός αν ο οδηγός κατά το χρόνο του ατυχήματος ήταν ικανός να οδηγεί αυτοκίνητο της ίδιας κατηγορίας με το ασφαλισμένο και όχι στο τυπικό στοιχείο της αναγνωρίσεως της αλλοδαπής αδείας από τις ημεδαπές αρχές και της εκδόσεως σχετικής ελληνικής αδείας, η οποία μπορούσε να χορηγηθεί χωρίς προηγούμενη θεωρητική ή πρακτική εξέταση του κατόχου αλλοδαπής αδείας οδηγήσεως. Μον.Πρ.Πατρ. 570/2007 ΣΕΣυγκΔ 2007/503

Contra Νομολογία

Η περίπτωση 6 του άρθρου 25 της Κ4/585/1978 AYE συντρέχει και όταν κατά το χρόνο του ατυχήματος έχει λήξει η άδεια ικανότητας οδηγού λόγω συμπληρώσεως από τον κάτοχο της του 65ου έτους ηλικίας του και δεν έχει χωρήσει ανανέωση της κατ’ άρθρο 95 του ν. 2696/1999). Η μεταγενέστερη ανανέωση της, για την οποία ο κάτοχος αυτής υποβλήθηκε επιτυχώς σε ιατρική εξέταση δεν έχει αναδρομική ισχύ και το ατύχημα θεωρείται ότι προκλήθηκε από οδηγό που στερείται άδειας οδήγησης. Εφ.Αθ.3872/2010, ΕΣυγκΔ 2012/395.

Η περίπτωση 6 του άρθρου 25 της Κ4/585/1978 ΑΥΕ περί εξαιρέσεως της ασφαλιστικής σύμβασης συντρέχει και όταν κατά το χρόνο του ατυχήματος έχει λήξει η άδεια οδηγήσεως και δεν έχει χωρήσει ανανέωση της κατά τις διατάξεις του ΚΟΚ. Η τοιαύτη, όμως, ανανέωση δεν έχει αναδρομική ισχύ και το ατύχημα θεωρείται ότι προκλήθηκε από οδηγό στερούμενο άδειας ικανότητος. Έτσι δεν είναι καταχρηστική, η συμπεριφορά του ασφαλιστή να ασκήσει αναγωγή και τα του ασφαλισμένου του λόγω συνδρομής του άρθρου 25 περ. 6 της Κ4/585/1978 ΑΥΕ παρόλο ότι εξακολουθούσε να εισπράττει από τον ασφαλισμένο τα ασφάλιστρα γνωρίζοντας ότι έληξε η άδεια ικανότητας του. Εφ.Αθ.7271/2006 ΕΣυγκΔ 2008/185

Μετά τη συμπλήρωση του 65ου έτους ηλικίας η άδεια ικανότητας οδήγησης ανανεώνεται κάθε τρία έτη από την έκδοση ή την ανανέωσή της, αλλά μετά από ιατρική εξέταση, κατά την οποία πρέπει να κριθεί ότι ο ενδιαφερόμενος πληροί τις ελάχιστες απαιτούμενες προϋποθέσεις υγείας. (άρθρο 95 παρ. 1 του ν. 2696/1999). Η δικαιολόγηση της ανωτέρω ρύθμισης πρέπει να αναζητηθεί στο ενδιαφέρον του νομοθέτη να θέσει υπό ιατρικό έλεγχο την ικανότητα του κατόχου της άδειας ικανότητας να οδηγεί μετά τη συμπλήρωση ορισμένης ηλικίας. Εάν ο συμπληρώσας το 65ο έτος οδηγός δεν προβεί στην ανωτέρω ανανέωση, παύει η ισχύς της άδειάς του, την οποία δύναται να ανακτήσει και πάλι, εφόσον υποβληθεί στην ιατρική εξέταση που ο νόμος προβλέπει. Στην περίπτωση αυτή η άδεια δεν ανατρέχει ούτε μπορεί να ανατρέξει στο χρόνο λήξης της προηγούμενης άδειας, αφού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ. 95 του ΚΟΚ δεν ορίζεται ότι η ανανέωση έχει αναδρομική ισχύ. Μον.Πρ.Αθ.2646/2008 ΕΣυγκΔ 2014/50.

insuranceworld